Ανεξερεύνητος Θεός

Ανεξερεύνητος Θεός
Έτος έκδοσης: 
2012

 

Αγοράστε online το βιβλίο.

Σελ. 60. Τιμή: 6 € (+ μεταφορικά).

Εάν ο Θεός είναι θεός αγάπης και πάνσοφος δημιουργός, γιατί υπάρχουν στη φύση καταστροφές, σεισμοί, τυφώνες και πλημμύρες, με αποτέλεσμα να πεθαίνουν κάθε χρόνο χιλιάδες αθώοι; Γιατί τα ζώα να αλληλοσπαράζονται σ’ έναν σκληρό αγώνα επιβίωσης; Γιατί υπάρχει τόσος πόνος στη δημιουργία, αφού όλα έγιναν καλά λίαν;

Τρεις συνομιλητές σ’ ένα δωμάτιο προσπαθούν να δώσουν απάντηση στο μυστηριώδες ερώτημα του κακού και του πόνου στη φύση, ερώτημα, που κάποιος φιλόσοφος ονόμασε «βράχο του αθεϊσμού».

Ο ένας είναι πιστός με απορίες, ο άλλος Χριστιανός σοφός με αρκετές απαντήσεις και ο τρίτος, σκεπτικιστής και αγνωστικιστής, που θέτει ερωτήματα πυροδοτώντας τη συζήτηση.

Ο Θεός της σοφίας και της αγάπης μπαίνει κάτω από το διανοητικό μικροσκόπιο των τριών συζητητών.

Η θεοδικία τίθεται ξανά επί τάπητος σε μια προσπάθεια εξερεύνησης του Ανεξερεύνητου.

Κριτικές: 

Ελληνίδα μυθιστοριογράφος οραματίζεται σε κάποιο βιογραφικό βιβλίο της να γράψει «ένα δοκίμιο για την ανυπαρξία του θεού» θεωρώντας το εξίσου σημαντικό με τη σπουδή των μαθηματικών ή της φιλοσοφίας. Το εγχείρημα παρουσιάζει ενδιαφέρον από τη στιγμή μάλιστα που η μυθιστοριογράφος θα εγκύψει (ως οφείλει) σε φιλοσοφικούς στοχασμούς, όπως του Αϊνστάιν που ανακαλύπτει μέσα στη μεγαλοπρέπεια της φύσης την ανθρώπινη ταπεινότητα, ή του Ρουσσώ, ο οποίος μελετά την τάξη του σύμπαντος διαλεγόμενος με τον δημιουργό του.

Οι συγκεκριμένοι φιλοσοφικοί στοχασμοί προτάσσονται στο διήγημα του συγγραφέα Δημήτρη Τσινικόπουλου που εκδόθηκε στη Θεσσαλονίκη «ιδίοις αναλώμασι» και επιγράφεται Ανεξερεύνητος Θεός.

Δόκιμος δοκιμιογράφος, ποιητής, μεταφραστής και διηγηματογράφος ο Δημήτρης Τσινικόπουλος παράλληλα με την επιστήμη των νόμων που σπούδασε στο Αριστοτέλειο πανεπιστήμιο και στη Γερμανία, έχει ασχοληθεί ιδιαίτερα με τη βιβλική θεολογία, της οποίας η επιρροή διακρίνεται στο έργο του. Η λογοτεχνία για τον Τσινικόπουλο παραμένει ουσιαστική μορφή ζωής που όμως δεν απαλλάσσεται από την ανθρώπινη νοσταλγία του θείου. Στη δική του γωνία λήψεως ο θεός αποτελεί την αναζήτηση, την αρχή αλλά και το τέρμα που θα κλείσει τον πλήρη κύκλο της ύπαρξης. Οι ομορφιές της ζωής, όπως και τα εμπόδια και οι παγίδες που στήνει στον άνθρωπο, γίνονται μέσα στις σελίδες του δύναμη ζωής που επαληθεύει την ανθρώπινη ύπαρξη για να μετατραπούν τελικά σε γαλήνη και αγαλλίαση.

Ωστόσο, σε πολλές περιόδους της ανθρώπινης ιστορίας το πρόσωπο του θεού ταυτίστηκε με την ανθρώπινη δυστυχία. Πόλεμοι, φυσικές καταστροφές, θάνατοι αδόκητοι, αδικίες που επιβάλλονται και μοιάζουν να ξεφεύγουν από το παντέφορο θεϊκό βλέμμα που μπορεί να γνωρίζει ακόμα και το σπουργίτι που τυχαίνει να πέσει νεκρό στη γη, δεν αποτρέπει όμως το κακό που χτυπάει τον άνθρωπο. Το ερωτηματικό είναι διαχρονικό και φτάνει, αλίμονο, ως την καρδιά του σύγχρονου ανθρώπου, θύματος άδικων θυσιών, που βιώνει τα αποτελέσματα της απάνθρωπης εποχής, στην οποία έτυχε να ζει. Η συγκεκριμένη θεματική καθίσταται το πλαίσιο, μέσα στο οποίο κινείται το εκτενές διήγημα του Τσινικόπουλου (54 σελίδες), όπου τρεις συνομιλητές επιδιώκουν να απαντήσουν στο ερώτημα του κακού και της δοκιμασίας μέσα στη φύση και μέσα στον άνθρωπο. Οι τρεις διαλεγόμενοι συνομιλητές αποτελούν τη συνισταμένη της ανθρώπινης ικανότητας να θέτει στην υπηρεσία του πνεύματος κάθε εμπειρία και να επωμίζεται την ευθύνη που εκάστοτε στον καθένα αναλογεί. Το διήγημα λαξεύεται πάνω στο γόνιμο διάλογο αποφεύγοντας με τον τρόπο αυτό να καταστεί ένα ψυχρό δοκίμιο κλασικής αυστηρότητας και ύφους. Ο αναγνώστης παρακολουθεί με αμείωτο ενδιαφέρον τα στάδια της συζήτησης που ακολουθεί μιαν αδιάλειπτη αναζήτηση.

Το διήγημα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί επαναστατικό καθώς η ανθρώπινη αδυναμία μετατρέπεται σε δύναμη υπερκείμενη του ανθρώπου, από την οποία όμως ο ίδιος αντλεί τη δύναμη της ελευθερίας του. Γιατί σύμφωνα με τον σοφό του διηγήματος, μέσα στον άνθρωπο ενυπάρχει ο ίδιος ο Θεός (ο οποίος θα μπορούσε να μη δημιουργήσει καν ένα κόσμο φθοράς και αμαρτίας, ή αντίθετα να πλάσει τον κόσμο ανελεύθερο υποκείμενο στην δεσποτεία του): «Για να αγαπήσεις (το Θεό), αρκεί να ατενίσεις την τελειότητά του, πράγμα εύκολο, διότι βρίσκουμε μέσα μας τις δικές του ιδέες» (σελ. 46). Ο αναγνώστης που θα αναρωτηθεί σε τι συνίσταται η επαναστατικότητα ενός κειμένου, δεν έχει παρά να μελετήσει το βιβλίο του Δ. Τσινικόπουλου (ΒΙΒΛΟΣ. Ένα βιβλίο επαναστατικό, δοκίμιο για τη μεταφυσική της Βίβλου και για τη συμβολή της στη διαμόρφωση του Δυτικού Πολιτισμού, Εκδόσεις Άγνωστο, Θεσσαλονίκη 2010) που εκδόθηκε πριν δυο χρόνια. Ο συγγραφέας εδώ παρουσιάζει τη Βίβλο ως το πλέον «επαναστατικό» βιβλίο της ανθρωπότητας, καθώς συνδυάζει το πρωτοποριακό με το συναρπαστικό, ενώ παραμένει «το βιβλίο που θα ήθελε να γράψει κάποιος αν μπορούσε, αλλά που δεν θα μπορούσε να το γράψει αν ήθελε».

Με την πεποίθηση ότι η βιβλική παιδεία αποτελεί διαχρονικά στοιχείο αφετηριακό για την προσέγγιση της ανθρώπινης ύπαρξης ο Δημήτρης Τσινικόπουλος μεταφέρει στο διάλογό του βαρυσήμαντες βιβλικές ρήσεις, όπως παράδειγμα ότι ο Θεός δεν μετριέται με ανθρώπινα μέτρα, ούτε είναι δυνατόν να κατανοηθεί το απρόσιτο εύρος του. Όσο όμως κι αν η ανθρώπινη γνώση για το Θεό θα παραμένει εσαεί μερική, όσο κι αν το ανθρώπινο μυαλό αδυνατεί να συλλάβει το μεγαλείο του σε όλες του τις πτυχές, όσο κι αν δεν μπορεί να εξηγήσει γιατί τις περισσότερες φορές οι δίκαιοι υποφέρουν, σε αντίθεση με τους αδίκους που ευημερούν, δεν είναι δυνατόν να μη βλέπει τη θεία αλήθεια μέσω της ομορφιάς και της συμμετρίας του σύμπαντος. Ίσως γι’ αυτό ο φιλόσοφος του Διαφωτισμού, για να επανέλθουμε στο αρχικά παρατιθέμενο κείμενο, δεν μελετά την τάξη του σύμπαντος προκειμένου να την εξηγήσει με μάταια συστήματα, αλλά μόνο για να την θαυμάζει αδιάκοπα. Ακούγεται απόλυτα λογικό. Ο Ρουσσώ δεν θα ζητούσε ποτέ οτιδήποτε από τον δημιουργό του τελείου σύμπαντος, αφού έχει κιόλας πάρει όλα όσα θα μπορούσε να ζητήσει: τη συνείδηση για να αγαπά το αγαθό, τη λογική για να το γνωρίζει και την ελευθερία για να το διαλέξει.

Αν δεχόμαστε ότι σήμερα οι άνθρωποι έχουν υποταχθεί σε μηχανισμούς και συστήματα που τους ισοπεδώνουν και αδρανοποιούν την αντίληψή τους, αν πιστεύουμε στην αλήθεια ως ζωτική ανάγκη και άμυνα στο ψεύδος που τους περιβάλλει, αν η κρίση των αξιών που βιώνουμε έχει οδηγήσει πολλούς να χάσουν κάθε πίστη, αξίζει πραγματικά να καταφύγουμε στον Ανεξερεύνητο Θεό. Ίσως επειδή όπου υπάρχει επιστημονική εξήγηση (όπως συμβαίνει στο γόνιμο διάλογο που παρακολουθούμε), η ημιμάθεια διαλύεται και η σκέψη φωτίζεται. Όλα αυτά ωστόσο δεν μπορεί να τα πετύχει ένας νομικός που έτυχε να σπουδάσει και φιλοσοφία, αν δεν στηρίζεται στο λογοτεχνικό ταλέντο του. Αν δεν μπορεί να μεταφέρει τα θεωρητικά στοιχεία στην πρακτική τους εφαρμογή, αν δεν μπορεί να απλοποιήσει με το λόγο του τα επιστημονικά στοιχεία που παραθέτει. Το κείμενο του Δημήτρη Τσινικόπουλου βρίσκεται σε λογοτεχνικά μονοπάτια.

Νένα Κοκκινάκη
Σεπτέμβριος 2012

***

Διάβασα με πολύ ενδιαφέρον το βιβλίο Ανεξερεύνητος Θεός, το οποίο καταπιάνεται με τα μεγάλα μεταφυσικά θέματα και τις σχέσεις των προς την εν γένει κοσμικήν πραγματικότητα, τα οποία, καίτοι ευσύνοπτον, αντιμετωπίζει με επίγνωση και επιτυχία και με διαλεκτική προσέγγιση στο πνεύμα των πλατωνικών διαλόγων. Το κεντρικόν θέμα του, που είναι ο Θεός, διατρέχει μία πλουσία προβληματική προεκτάσεων και συναρτήσεων, όπως η σχέσης της θείας αγαθότητος και αγάπης προς το υπάρχον κακόν στην φυσικήν πραγματικότητα, αλλά και στην ζωήν και την κοινωνίαν των ανθρώπων, δηλαδή το θέμα της θεοδικίας, ένεκα της «πτώσεως» και της κακουργίας, το θέμα της υπάρξεως του Θεού, η σχέσης της αγάπης, η οποία συγχωρεί, και της θείας δικαιοσύνης, η οποία τιμωρεί, κλπ. Ταύτα και πλήθος άλλων θεμάτων και προβλημάτων εξετάζονται υπό ποικίλες ενότητες, με πλούσιες αναφορές εκ του χώρου της επιστήμης, αλλά και της θρησκείας και της θεολογίας, περιοχές στις οποίες κινείται ανέτως ο συγγραφεύς του, και παρέχει μίαν σχετικώς πλήρη εικόνα των θεωριών, που περιστρέφονται περί τα περιεχόμενα του βιβλίου. Τελικώς επιστρέφει ο συγγραφεύς στην έννοιαν του μυστηρίου, που περιβάλλει τόσον την θείαν, όσον και την κοσμικήν πραγματικότητα. «Βλέπομεν γαρ άρτι δι’ έσόπτρου εν αινίγματι», αναφέρει τους λόγους του αποστόλου Παύλου. Η ανθρωπίνη διανόησις είναι σχετική και πεπερασμένη και αδυνατεί να διεισδύσει στα άδυτα βάθη της θείας πραγματικότητος. Γι’ αυτό νουθετεί ο συγγραφεύς να έχομεν εμπιστοσύνην στην θείαν αγάπην και να βλέπομε τα πράγματα «θεοκεντρικά» και όχι «ανθρωποκεντρικα». Το βιβλίο θα χαρακτήριζα σαν μίαν συνοπτικήν ορθόδοξον «δογματικήν» με επιστημονική επιχειρηματολογία, και θεωρώ ως πολλαπλώς χρήσιμον και ωφέλιμον, τοσον έξ επόψεως γνώσεων, όσον και εξ επόψεως εμπειρικής θρησκευτικής πίστεως. Συγχαρητήρια!

Με βαθιά εκτίμηση,
Μέγας Φαράντος
Ομότιμος καθηγητής παν/μίου Αθηνών
2/2/2013

***

Μια πνευματική βόμβα, κατά του αθεϊσμού, θεωρώ ότι είναι ολόκληρο αυτό το μικρό, και τόσο περιεκτικό βιβλίο, Ανεξερεύνητος Θεός, του φωτισμένου αυτού συγγραφέα, Δημήτρη Τσινικόπουλου.

Από την πρώτη κιόλας σελίδα ανοίγοντάς το, συγκλονίστηκα, αδυνατώντας να σταματήσω πριν το καταβροχθίσω ολόκληρο μέχρι τέλους.

Μέσα από την ανεξάντλητη γνώση του, εμπειρία του και την άψογη επιστημονική του κατάρτιση, πράγμα που μαρτυρεί ότι ο συγγραφέας χρειάστηκε ν’ αφιερώσει πολύ κόπο και χρόνο στην έρευνα του έργου του, όπως φαίνεται από τις σημειώσεις και τη βιβλιογραφία, κατορθώνει να απαντήσει σε όλους και σε όλα τα καίρια ζητήματα και ερωτήματα που θα ’πρεπε να απασχολούν όλους σχεδόν τους ανθρώπους.

Γιατί ο Θεός της αγάπης επιτρέπει να υπάρχουν στη φύση καταστροφές, σεισμοί, πλημμύρες και να πεθαίνουν κάθε τόσο χιλιάδες αθώοι και παιδιά;

Γιατί τα ζώα ν’ αλληλοσπαράζονται σ’ ένα σκληρό αγώνα επιβίωσης;

Γιατί ενώ προσευχόμαστε, φαίνεται να μην μας ακούει; Γιατί τα κύματα της αμφιβολίας σαν ένα αθέατο τσουνάμι σαρώνουν και συσκοτίζουν τις ανθρώπινες συνειδήσεις και τις απομακρύνουν από το Δημιουργό τους; Γιατί όλη αυτή η φρίκη, το κακό που θριαμβεύει, η φθορά και ο θάνατος;

Τρεις συνομιλητές σ’ ένα δωμάτιο, προσπαθούν να βρουν τις απαντήσεις σ’ όλα αυτά τα ερωτήματα. Ο ένας πιστός με απορίες, ο άλλος άθεος υλιστής και ο τρίτος ένας χριστιανός σοφός, που διαμέσου του ο συγγραφέας, λύνει όλο αυτό το συνονθύλευμα αποριών και ενστάσεων, περί της υπάρξεως ενός αγαθού Δημιουργού γεμάτου από σοφία και αγάπη για τα δημιουργήματά Του. Ενός Θεού Πανάγαθου και Παντοδύναμου, που δεν θέλει να παρεμβαίνει στο κακό που ο άνθρωπος προκαλεί στον συνάνθρωπό του, σεβόμενος την ελευθερία του, διότι αν τον εμπόδιζε να καταστεί κακός, θα έπρεπε να τον περιορίσει στο ένστικτο και να τον υποβιβάσει σε κτήνος.

Η αξία της ζωής των πιστών μπροστά στα μάτια του Θεού είναι πολύ μεγαλύτερη απ’ οτιδήποτε άλλο, όπως εύστοχα δείχνει ο συγγραφέας. Κι όχι μόνο ως παρούσα ζωή αλλά κυρίως ως μέλλουσα. Ο Θεός δεν είναι Θεός νεκρών, αλλά ζωντανών. Γιατί όλοι ζουν γι’ Αυτόν. Και για να δώσει δείγμα της δύναμης της Ανάστασης, ανάστησε κάποιους ο Χριστός τότε.

Ο συγγραφέας θέτει πολύ σωστά το ερώτημα: Μπορούμε άραγε να καταλάβουμε απόλυτα τον Θεό, τη στιγμή που εμείς δεν μπορούμε να καταλάβουμε τον συνάνθρωπό μας και πολύ περισσότερο τον ίδιο τον εαυτό μας;

Έχουμε μερική μόνο γνώση ορισμένων πραγμάτων… «Δεν υπάρχει τίποτε τελειότερο και πιο αξιαγάπητο από τον Θεό». Για να Τον αγαπήσεις, αρκεί να ατενίσεις την τελειότητά του, πράγμα εύκολο, διότι βρίσκουμε μέσα μας τις δικές του ιδέες. Είναι ένας ωκεανός, από τον οποίο δεν έχουμε πάρει παρά σταγόνες… Ο Θεός είναι όλη η τάξη.

Το μεγαλείο της φύσης και του σύμπαντος μαρτυρούν την αρμονία και την τάξη από το πιο μικρό μόριο και το πιο μικρό κύτταρο ως τους απέραντους γαλαξίες. Απ’ το μικρόκοσμο ως το μεγάκοσμο.

«Μια συνολική αρμονία και λειτουργία οικοσυστημάτων» που πολύ αναλυτικά και κατανοητά μας εξηγεί ο συγγραφέας με πρόσφατες επιστημονικές ανακαλύψεις, όπως η ακολουθία Φιμπονάτσι, οι 4 φυσικές σταθερές, οι νόμοι θερμοδυναμικής, το περιοδικό σύστημα κ.α., που θα οδηγούσαν και τους πιο επιφανείς αθέους στο ν’ αλλάξουν γνώμη.

Το πρόβλημα υπάρχει σ’ εμάς, καταλήγει ο συγγραφέας, γιατί ως άνθρωποι αποτελούμε μέρος του προβλήματος. Το εξετάζουμε ανθρωποκεντρικά κι όχι θεοκεντρικά. «Η θλίψη στον παρόντα κόσμο μπορεί να είναι στιγμιαία και ελαφριά, αλλά προετοιμάζει για μεγαλύτερο πλούτο αιώνιας δόξας». «Τα βλεπόμενα είναι πρόσκαιρα, τα μη βλεπόμενα αιώνια» όπως μας παρηγορεί ο απόστολος Παύλος. «Καλύτερος τρόπος για να δούμε το θεϊκό φως, είναι να σβήσουμε το δικό μας κερί…», και να Τον ευχαριστήσουμε που δια μέσω ευλογημένων και φωτισμένων ανθρώπων, σαν το συγγραφέα Δ. Τσινικόπουλο, μας δείχνει τον τρόπο.

Ράνια Αλεξίου
Δημοσιογράφος

***

Με το προαιώνιο ερώτημα Περί Θεού, ασχολείται στο πρόσφατο διήγημά του Ανεξερεύνητος Θεός (Θεσσαλονίκη 2012), ο Δικηγόρος και πολυγραφότατος συγγραφέας, εκ Θεσσαλονίκης, Δημήτρης Τσινικόπουλος, προσφέροντας την ευκαιρία στο αναγνωστικό κοινό για μία σε βάθος αναζήτηση απαντήσεων στο βασανιστικό ερώτημα.

Γνώστης των Γραφών και της σχετικής βιβλιογραφίας, ο εμβριθής συγγραφέας χρησιμοποιεί το εύρημα του πλατωνικού διαλόγου, όπου τρεις συνομιλητές στην προσπάθειά τους να εξερευνήσουν το ανεξερεύνητο, θέτουν επί τάπητος την Θεοδικία.

Ξεκινώντας από το κακό και τον πόνο στην φύση οι τρεις συνομιλητές, ένας πιστός, αλλά με απορίες, ένας χριστιανός σοφός, κι ένας αγνωστικιστής, ξεδιπλώνουν τον προβληματισμό τους, σε ένα ανώτερο επίπεδο διαλόγου και στοχασμού, που προκαλεί θετικά τον αναγνώστη.

Ο Δημήτρης Τσινικόπουλος, με τον πλούτο των γνώσεών του και την μεγάλη ποικιλία στην θεματογραφία του, μας ξαφνιάζει ευχάριστα με κάθε νέο έργο του. Παραγωγικός συγγραφέας, μας πρόσφερε με την πολύτιμη γραφίδα του, πέντε ποιητικές συλλογές, δύο συλλογές γνωμικών, πέντε μελέτες και τρεις τόμους δοκιμίων. Κατά περιόδους, περιοδικά λόγου και τέχνης, φιλοξενούν συνεργασίες του. Παράλληλα αναδεικνύεται σε γόνιμο μεταφραστή βιβλικών κειμένων, λογοτεχνίας της αρχαίας Εγγύς Ανατολής, καθώς και σύγχρονης ξένης ποίησης. Από το δικό του έργο, δοκίμια και ποίηση έχουν μεταφραστεί σε ευρωπαϊκές γλώσσες.

Στον Ανεξερεύνητο Θεό, ένα εξαιρετικά εύστοχο και έξυπνα δομημένο διήγημα, ο Δημήτρης Τσινικόπουλος, βάζει κάτω από το διανοητικό μικροσκόπιο των τριών συνομιλητών, τον Θεό της Σοφίας και της Αγάπης, δίνοντάς μας την ευκαιρία να αναστοχαστούμε περί τον Θεόν αλλά και να σκάψουμε ένδον…

Εφημερίδα Ημερησία, 3/3/2013
Βιβλιοπαρουσίαση: Περί του Θεού, του Δ. Ι. Καρασάββα

 

***

Το έξοχο αυτό δοκίμιο του κυρίου Τσινικόπουλου δεν αποτελεί μια απλή, επιφανειακή αναφορά κι επιδαψίλευση πάνω σε συγκεκριμένα «αιώνια» και αναπάντητα ερωτήματα του σύγχρονου ανθρώπου μα μια απόλυτα βαθιά τομή με στοχευμένη πυκνότητα νοημάτων και εμπεριστατωμένη ανάλυση της ουσίας της θαυμαστής λειτουργίας της κτίσης, της σύμπλευσης και της συνύπαρξης άκρως αντιθετικών και αντικρουόμενων δυνάμεων και στοιχείων όπως επίσης και της μυστηριακής και ανεξάντλητης ολότητας του απέραντου και άθραυστου Σύμπαντος ως Θείας Δημιουργίας με ευδιάκριτες τις επιμέρους αόρατες και μεταφυσικές δυνάμεις που το απαρτίζουν και που ομόφωνα συνομολογούν την προαιώνια ύπαρξη του αΐδιου, ζώντος Θεού ως ανώτατης αρχής, ως υπέρτατου Δημιουργού, ως πρωταρχής κάθε αγαθού, ως αντίπαλου δέους κάθε μορφής φθαρτότητας, εκφυλισμού και διαστροφής ως υπέρμετρης τελειότητας, ως αστείρευτης πηγής αγάπης που είναι και η δύναμη που διακρατεί την συνοχή του κόσμου. Η προσέγγιση του συγγραφέα προς τα διαφορετικά ερωτήματα δεν γίνεται με σκοπό να δοθεί έμφαση στην «ατελή» μας γνώση και στην «απειροελαχιστότητα» μας σε σχέση με την Θεία Βούληση αλλά στην ακόρεστη δίψα και στην υπεράνθρωπη πολλές φορές προσπάθεια μας να ξεφύγουμε απ’ το στενό, ασφυκτικό πλαίσιο της «διόπτρας» που ο Απόστολος των εθνών χαρακτήρισε «δι’ εσόπτρου εν αινίγματι» και να καταφέρουμε να συλλάβουμε, έστω και στο ελάχιστο δυνατό, υπεραισθητά θέματα μέσα από τις ανεξερεύνητες οδούς του Υψίστου και μέσα από την απεραντοσύνη της Σοφίας και της Διανοίας Του. Οι διάσπαρτες, διακεκριμένες αναφορές επιστημόνων και ανθρώπων του πνεύματος, όπως επίσης και η συνεύρεση των τριών συνομιλητών—οι οποίοι αντιπροσωπεύουν κατά κύριο λόγο τρεις διαφορετικές κοινωνικές ομάδες—που ανταλλάσσουν απόψεις επί παντός επιστητού κόντρα στον «βράχο του αθεϊσμού», όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο συγγραφές, δεν είναι τυχαίες. Ο πιστός με απορίες και ο χριστιανός σοφός σε ήπια αντιπαράθεση με τον σκεπτικιστή-αγνωστικιστή, ο όποιος αμφισβητεί ακόμα και αυτήν την ίδια την ύπαρξη του Θεού και δηλώνει πλήρη άγνοια γι τις καταβολές και τον προορισμό μας και ο οποίος επιδεικνύει έντονα μηδενιστικές τάσεις, θέτουν την θεοκρισία και την θεοσοφία καθώς και την ακολουθία της τάξης και της αρμονίας του κόσμου μας, στο μικροσκόπιο. Μέσα από μια αλυσιδωτή συζήτηση, η οποία αποδεικνύεται στην εξέλιξη της υπέρμαχος του ρητού του Χάρβεϋ ότι η επιστήμη είναι ο πιο ειλικρινής φίλος του ανθρώπου και ο πιο ευγενικός του βοηθός, εμπλέκεται το απαύγασμα των γνώσεων επιστήμων όπως η θεολογία, η βιολογία/ βιογενετική, η αρχαία φιλοσοφία, η φυσική ιστορία ακόμη και τα μαθηματικά. Ο πιστός που διερωτάται για σύμπασα την τάξη των πραγμάτων παρουσιάζεται ως ο θεοσεβούμενος ιδεολόγος και άρρητος εκφραστής των λόγων του μεγάλου νομπελίστα ποιητή Οδ. Ελύτη ότι «λάμπει μέσα μου αυτό που αγνοώ, κι όμως λάμπει» και της προτροπής του Ζαν Ζακ Ρουσώ, του να «είσαι άνθρωπος ευαίσθητος μα και συνετός· αν δεν είσαι παρά μόνο ένα από τα δύο, δεν είσαι τίποτε». Από την αντίπερα όχθη ο αγνωστικιστής—θιασώτης του δαρβινισμού και της εξελικτικής θεωρίας—είναι αυτός που δίνει έμφαση στο γεγονός ότι η αμφιβολία έχει διαβολική συγγένεια με την απόγνωση και είναι εχθρός της πίστης (Ρέυλυ). Παρουσιάζεται ως ένθερμος υποστηρικτής της άποψης ότι σε μια κοινωνία χωρίς ισότητα τι αρμονία, αλήθεια κι ομορφιά μπορεί να επικρατήσει; (Μίλτον) και του ότι για δύο πράγματα τουλάχιστον είμαστε βέβαιοι! Θα υποφέρουμε όλοι και θα πεθάνουμε όλοι (Γκόλντσμιθ). Ως απόλυτο αντιστάθμισμα αυτής της «ισοπέδωσης» των πάντων και της ιδέας ότι υπάρχει η ύλη, η φύση και ότι όλα είναι πόνος πολύς και δεινά και πάλη και θάνατος, έρχεται η θεόπνευστη επέμβαση του βιωμένου, χαρισματικού χριστιανού, ο οποίος κάνει κριτική δημιουργώντας και όχι βρίσκοντας λάθη κατά το σκεπτικό του Μιχαήλ Αγγέλου. Είναι ο βαθύτερος εκφραστής της πεποίθησης ότι όλοι οι άνθρωποι είναι ίσοι. Ότι δεν είναι η καταγωγή αλλά η αρετή που τους κάνει να διαφέρουν (Βολταίρος), και γνώστης των λόγων του Μεντελέγιεφ ότι υπάρχει σχέδιο και τάξη που χαρακτηρίζει τον φυσικό κόσμο που δεν μπορεί να είναι προϊόν αυτής και σύμπτωσης. Είναι αυτός που σε τελική ανάλυση—ως γνήσιος εκφραστής του Λόγου του Θεού—επιβάλλεται και κυριαρχεί με την μεστότητα των επιχειρημάτων του και με την ανυπέρβλητη δύναμη των αναφορών του πάνω στα περίπλοκα ζητήματα τάξης της κτίσης και του ανθρώπου ως κύριου εκφραστή της μεγαθυμίας και της αγάπης του Δημιουργού του κι όχι ως κομμάτι-μέρος μιας τεράστιας αρένας ειδών που καταλήγουν σ’ ένα απέραντο νεκροταφείο έχοντας βιώσει έναν σκληρό και αδυσώπητο ανταγωνισμό για επιβίωση, με βάση τα πιστεύω του αγνωστικιστή.

Καταλήγοντας θα πρέπει να υπογραμμίσω ότι στην επιστήμη όπως ακριβώς και στην συγκεκριμένη «συζήτηση» η τιμή ανήκει σ’ αυτόν που πείθει τους άλλους και όχι σ’ αυτόν που έριξε πρώτος την ιδέα (Όσλερ).

Με βάση αυτό το δεδομένο «η τιμή» του δοκιμίου ανήκει στον χαρισματικό χριστιανό που ξετυλίγει με απίστευτη λεπτότητα τον μίτο της μυστηριακής αρμονίας του κόσμου και της Θείας οικονομίας κάνοντας τον αναγνώστη να προβληματιστεί και να παραδειγματιστεί, μα πάνω απ’ όλα να σκεφτεί σε βάθος ότι η ζωή αλλάζει μα δεν χάνεται, η ελπίδα σβήνει μα δεν πεθαίνει, αλήθεια σκεπάζεται μα πάλι ξαναλάμπει (Σέλλεϋ).

Φίλιππος Γερ. Λογιωτατόπουλος
Προϊστάμενος οικονομικός αξιωματικός E.N.
Λογοτέχνης

***

Ενδιαφέρουσα η μέσα από τον αφηγηματικό λόγο εξερεύνηση των ιδιοτήτων του Θεού.

Το διήγημα θα μπορούσα να πω ότι παραπέμπει στις φιλολογικές προσπάθειες προηγουμένων αιώνων, να δώσουν ερμηνείες και να καταστήσουν αντιληπτή τη φύση του Θεού και των βουλών του.

Είναι μια προσπάθεια που δεν θα συνεχίζεται στο διηνεκές, όσο θα υπάρχουν άνθρωποι. Άνθρωποι, που εν επιγνώσει της σοφίας του Θεού και της μηδαμινότητας τους μπροστά στη δημιουργία Του επιχειρούν να εκπορθήσουν το ανεξιχνίαστο και να μετάσχουν στο μυστήριο.

Γιώργος Ξεινός
Πρόεδρος Εταιρίας Λογοτεχνών Θεσσαλονίκης

Αγγίζει με επιτυχία το υπαρκτικό πρόβλημα του ανθρώπου, ανατέμνοντας το μέγα θέμα της θεοδικίας.

Στέλιος Παπαθεμελής,
πρ. Υπουργός, Συγγραφέας

Πολύ ενδιαφέρον ο «Ανεξερεύνητος Θεός». Βρήκα πολλά με το διάβασμά του...

Ντίνος Χριστιανόπουλος,
Ποιητής, Κριτικός Λογοτεχνίας

Πρόκειται για ένα, πράγματι ευχάριστο ανάγνωσμα, στο οποίο τρεις άνθρωποι εκθέτουν τους προβληματισμούς, τις απόψεις και τις θέσεις τους...

Αθανάσιος Αβραμίδης,
Καρδιολόγος, Καθ. Παθολογίας Παν/μίου Αθηνών

Το στήσιμο και η ανάπτυξη των ιδεών, μου θύμισε το «Διάλογο περί της Δημοτικής Γλώσσας» του Διονύσου Σολωμού... θέλω να πω, επιτυχές το εύρημα.

Χάρης Μικογλου,
Φιλόλογος – συγγραφέας

Τα ¾ του διηγήματος είναι πειστικά και λογικά επιχειρήματα και το ¼ προς το τέλος, απευθύνεται σε πιστούς.

Δρ ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΕΝΟΥΝΟΣ,
φιλόλογος - δημοσιογράφος

Ο Θεός της σοφίας και της αγάπης μπαίνει κάτω από το διανοητικό μικροσκόπιο τριών συζητών. Η θεοδικία τίθεται επί τάπητος σε μία προσπάθεια να εξερευνηθεί το Ανεξερεύνητο...

ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΝΤΑΡΤΖΗΣ,
περιοδ. ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ

Όχι απλώς κίνησε το ενδιαφέρον μου, αλλά και με γέμισε με πνευματική πληρότητα. Οι απαντήσεις που δίνονται στο πρόβλημα του κακού, νομίζω ότι πείθουν τους καλοπροαίρετους.

Ι.Α. Νικολαΐδης,
Φιλόλογος – Συγγραφέας

Είναι ένα ενδιαφέρον μεγάλο διήγημα... Οι διάλογοι αποτελούν το δυνατό σημείο του διηγήματος, διότι εκτός από την ώθηση στην πρόζα εμπεριέχουν εσωτερική αναζήτηση και στοχασμό.

Μιχάλης Σταφυλάς,
Περ.
Πνευματική Ζωή

Ο συγγραφέας επισημαίνει ότι το ζήτημα της θεοδικίας ... υπάρχει σ’ εμάς γιατί εξετάζουμε το φυσικό κακό, έχοντας επίκεντρο τον ίδιο τον εαυτό μας. Το εξετάζουμε ανθρωποκεντρικά (...) Δεν το βλέπουμε θεοκεντρικά, απ’ τη σκοπιά του Θεού, του Δημιουργού!

Π. Βασιλειάδης,
Περιοδικό Τυχικός 

Μας εξέπληξε για μια ακόμη φορά ο πολυμαθέστατος κι έγκριτος δικηγόρος Θεσσαλονίκης με ένα μικρό μεν, αλλά μεστό νοημάτων πόνημα... Η συζήτηση που γίνεται ανάμεσα στον οικοδεσπότη, έναν «κατά κόσμο» σοφό, κι έναν βιολόγο είναι συναρπαστική...

Νίκος Τικοζίδης,
Σαμιακός Τύπος